ΣτΕ Β΄ 203/2022 (εν συμβ.) 

Η συμφωνία εξυγίανσης των άρθρων 99 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007, Α΄ 153, όπως ίσχυε μετά την τροποποίησή του με τον ν. 4013/2011, Α΄ 204) κρίθηκε ότι συνιστά διαδικασία προπτωχευτική, συλλογική, εξυγιαντική και συναινετική (εφόσον ως μέσον για την επίτευξη των σκοπών της προβλέπεται η συμφωνία οφειλέτη και πιστωτών).

Επομένως, αποβαίνει, κατά την αντίληψη του νομοθέτη, και προς όφελος της εθνικής οικονομίας, χωρίς πάντως να αλλοιώνεται, εκ του λόγου αυτού, η νομική της φύση ως μεικτής και διαρκούς ενοχικής σύμβασης με στοιχεία, προεχόντως, συμβιβασμού κατ’ άρθρο 871 επ. ΑΚ. Μεταξύ δε των πιστωτών περιλαμβάνεται και το Δημόσιο για τις κάθε είδους αξιώσεις του έναντι του οφειλέτη.

Από τα ανωτέρω παρέπεται ότι οι διαφορές που αναφύονται μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών, του Δημοσίου συμπεριλαμβανομένου, και έχουν ως αιτία τη συμφωνία εξυγίανσης γεννούν διαφορές υπαγόμενες στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων.

Εν προκειμένω, δεν γεννά διοικητική διαφορά, ακυρωτική ή ουσίας, η αναφυείσα από έγγραφο της φορολογικής διοίκησης, με το οποίο απορρίφθηκε αίτημα ανώνυμης εταιρείας, υπαχθείσας σε καθεστώς εξυγίανσης, περί διαγραφής φορολογικών της οφειλών κατ’ επίκληση όρων της συμφωνίας εξυγίανσης, με την αιτιολογία ότι οι όροι αυτοί, κατά την αληθή τους έννοια, δεν αφορούν φορολογικές αξιώσεις του Δημοσίου όπως οι ένδικες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *